Τo παρελθόν του ελληνικού ποδοσφαίρου είναι γεμάτη από ιστορίες που θα μπορούσαν να είχαν άλλη εξέλιξη αλλά δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ.
Από παίκτες που υπήρξαν μεγάλα στοιχήματα και κατέληξαν χαμένες ευκαιρίες. Από ομάδες που έπαιξαν ωραίο ποδόσφαιρο αλλά αυτό δεν συνδυάστηκε ποτέ με τίτλους. Από πάρα πολλές αφηγήσεις που ξεκινάνε με την φράση “τι θα γινόταν αν;” και που φυσικά δεν καταφέρνουν να δώσουν απάντηση στην ερώτηση που οι ίδιες κάνουν.
Αυτές οι ιστορίες εδράζονται κατά βάση στην επαρχία. Εκεί θα βρεις στοιβαγμένους διάφορους οπαδούς τοπικών ομάδων που θα σου μιλήσουν για την καλή φουρνιά παικτών που είχε κάποτε ο σύλλογος που υποστηρίζουν και η οποία αν δεν είχε πωληθεί σε μεγάλες ομάδες θα άφηνε ιστορία, θα πετύχαινε πράγματα που δεν θα έμεναν απλές αναφορές ανάμεσά τους αλλά θα τα μάθαινε όλη η Ελλάδα.
Συνήθως, όλα αυτά είναι μεγάλες υπερβολές βέβαια. Αν δεν ήταν άλλωστε θα το γνωρίζαμε ακριβώς όπως γνωρίζουμε πολύ καλά την ιστορία της Λάρισας που πήρε ένα πρωτάθλημα και ένα κύπελλο στα 80s ή της Καστοριάς που είχε αναδειχθεί επίσης κυπελλούχος. Το “συνήθως” είναι η λέξη-κλειδί βέβαια, αυτή που μας κάνει να αποφεύγουμε το τσουβάλιασμα. Γιατί, για παράδειγμα, η αντίστοιχη ιστορία που συνοδεύει την ομάδα της Νάουσας στις αρχές των 90s δεν συνοδεύεται από καμία υπερβολή: εκείνη η ομάδα όντως θα μπορούσε να αφήσει εποχή υπό άλλες συνθήκες.
Για την Νάουσα η ανολοκλήρωτη μεγάλη ιστορία της… ιστορίας της ξεκίνησε το καλοκαίρι του 1989 όταν και ο προπονητής Αλέκος Παπαδόπουλος, πρώην ποδοσφαιριστής της ομάδας έκατσε στον πάγκο της με εξουσιοδότηση να γεμίσει το ρόστερ της με όλα τα ταλέντα της ευρύτερης περιοχής έτσι ώστε να συγκροτηθεί μια ομάδα που θα ανέβει στην Β’ Εθνική. Στις αρχές των 90s, η προσπάθεια του Παπαδόπουλου είχε αποδώσει καρπούς και η Νάουσα έχει γεμίσει με παίκτες, τα ονόματα των οποίων υπήρξαν χαρακτηριστικά για το ελληνικό ποδόσφαιρο τις επόμενες δεκαετίες.
Οι πιτσιρικάδες Μάρκος, Κυζερίδης, Τσιάρτας (καταρχήν), Λάκης, Σαπάνης (που προστίθονται λίγο αργότερα στο ρόστερ) “δένουν” με τους παλιούς Τσελιόπουλο, Χατζηδάκη, Γλώσση, Ιακωβίδη, Παυλόπουλο αλλά και τον αρχηγό Αλεξιάδη και τα αποτελέσματα είναι θεαματικά. Η ομάδα παίζει πολύ μεγάλο ποδόσφαιρο και μοιάζει με τρένο που θα ξεκινήσει από την Γ’ Εθνική για να εγκατασταθεί στα σαλόνια της Α’ Εθνικής.
Το 1991 έπειτα από μια εντυπωσιακή χρονιά, η Νάουσα ανεβαίνει στην Β΄Εθνική. Ένα χρόνο αργότερα, στο τέλος της σεζόν 1991-1992, η άνοδος στην Α’ Εθνική θα κυνηγηθεί μέχρι την τελευτία αγωνιστική αλλά θα χαθεί. Η επόμενη χρονιά ωστόσο ήταν δική της. Αναμφισβήτητο φαβορί για τον προβιβασμό, η Νάουσα κεφαλαιοποίησε την ποιότητά της σε χρήμα όταν πούλησε στις αρχές της σεζόν τον Μάρκο στον Παναθηναϊκό και στα μέσα της σεζόν τον Τσιάρτα στην ΑΕΚ και παρ’ όλα αυτά δεν δυσκολεύτηκε ούτε στο ελάχιστο να ανέβει στην μεγάλη κατηγορία. Το χορταστικό 6-4 επί του Εορδαϊκού την τελευταία αγωνιστική ήταν χαρακτηριστικό της φιλοσοφίας εκείνης της ομάδας.
Με πρώτιστο στόχο της να παίζει ανοικτό, ελεύθερο και επιθετικό ποδόσφαιρο, η Νάουσα ανεβαίνει στην Α’ Εθνική και με τον χαρακτήρα της δίνει άλλο τόνο στο πρωτάθλημα: Παναχαϊκή-Νάουσα 5-4, Ξάνθη-Νάουσα 3-4, Εδεσσαϊκός-Νάουσα 5-1 ήταν χαρακτηριστικά παιχνίδια της παρουσίας την στην Α’ Εθνική. Η έλλειψη τακτικισμού και το πλεόνασμα ρομαντισμού της στοίχησαν και η Νάουσα έπεσε στην Β΄ Εθνική ξανά.
Η διαφορά φιλοσοφίας ανάμεσα στα στελέχη της διοίκησης την επόμενη χρονιά ήταν η ταφόπλακα της Νάουσας. Άλλοι έλεγαν πως πρέπει να ενισχυθεί ο κυνισμός, άλλοι πως πρέπει να συνεχίσει στον ίδιο δρόμο με παιδομάζωμα και λογική ανοιχτού και ωραίου ποδοσφαίρου. Η διχογνωμία αυτή στοίχησε σε μια από τις πιο ελπιδοφόρες ομάδες που έχει προκύψει στο επαρχιακό ποδόσφαιρο και τελικά, η Νάουσα χάθηκε με τα χρόνια.
Ακόμα και σήμερα, αν ρωτήσεις τους παλιούς θα σου μιλήσουν με νοσταλγία για εκείνη την ομάδα της Νάουσας που έκανε απλά ένα πέρασμα από την Α’ Εθνική, την ομόρφυνε με την παρουσία της και στη συνέχεια, εξαφανίστηκε…