Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι ήταν ο δημιουργός μιας Μίλαν που άφησε ανεξίτηλο το σημάδι της στο ποδόσφαιρο.
Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ο οποίος έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 86 ετών υπήρξε μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, όσον αφορά στις πολιτικές του πεποιθήσεις και στο αν η παρουσία για τρεις φορές στην πρωθυπουργία της Ιταλίας, είχε τελικά θετικό ή αρνητικό πρόσημο για τη χώρα.
Επί της ουσίας ήταν ένας επιχειρηματίας που έκανε το βήμα προς την πολιτική -ανοίγοντας έτσι το δρόμο που ακολούθησε μετέπειτα στις ΗΠΑ ο Ντόναλντ Τραμπ– τον οποίο κάποιοι λάτρευαν και κάποιοι άλλοι λάτρευαν να μισούν.
Αντίθετα εκεί που δεν χωρά καμία αμφισβήτηση ήταν τα όσα πέτυχε ως ιδιοκτήτης της Μίλαν. Ο “καβαλιέρε” ανέλαβε έναν σύλλογο που βρισκόταν μια ανάσα από την οικονομική καταστροφή και τον οδήγησε στην κορυφή της Ευρώπης πέντε φορές, δημιουργώντας μια αυτοκρατορία που άφησε ανεξίτηλο το σημάδι της στην ιστορία του ποδοσφαίρου.
Ανέλαβε τα ηνία το 1986 και τα κράτησε έως το 2017, κατακτώντας συνολικά 29 τίτλους, πέντε Champions League, οκτώ πρωταθλήματα, πέντε UEFA Super Cup, ένα Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων, ένα Κύπελλο Ιταλίας, επτά Super Cup Ιταλίας και δύο διηπειρωτικά Κύπελλα.
Όταν άφησε τους “ροσονέρι” αγόρασε τον Σεπτέμβριο του 2018 την Μόντσα την οποία οδήγησε στη Serie A για πρώτη φορά στα 110 χρόνια της ιστορίας της.
“Ο Μπερλουσκόνι το 2007 με είχε ρωτήσει τη γνώμη μου για τον Ρονάλντο. Του είπα ότι ήταν υπέρβαρος και σκεφτόταν υπερβολικά τις γυναίκες. Την επόμενη μέρα πήγε και τον υπέγραψε”, έχει πει κάποτε για τον Μπερλουσκόνι ο Φάμπιο Καπέλο, ενώ και ο Ζλάταν Ιμπραϊμοβιτς έχει μια παρόμοια ιστορία να θυμάται. “Την ημέρα που συμφώνησα με την Μίλαν, πήγα μαζί του στο Σαν Σίρο. Με έβαλε αρχικά να καθίσω δίπλα του, μου τόνισε όμως ότι περίμενε ένα πολύ σημαντικό πρόσωπο και ότι θα έπρεπε κάποια στιγμή να αλλάξω θέση. Συμφώνησα και μετά από λίγο που έκανε σινιάλο να σηκωθώ. Πήγα ένα – δύο καθίσματα πιο δίπλα και στη θέση μου έκατσε μια κοπέλα που δεν ήταν πάνω από 25 ετών, αλλά ήταν από τις ομορφότερες γυναίκες που έχω δει. Αυτή ήταν το σημαντικό πρόσωπο που περίμενε…”.
Δύο ιστορίες από τις δεκάδες που υπάρχουν για τον ιδιοκτήτη μιας από τις πλέον επιτυχημένες ομάδες όλων των εποχών.
Η αρχή έγινε τον Φεβρουάριο του 1986, όταν ο αδελφός του Πάολο, υπέγραφε την εξαγορά του 52% της Μίλαν, ενώ στις 20 του ίδιου μήνα και τον Σίλβιο να επιστρέφει από το Παρίσι επικυρώθηκε και τυπικά η εξαγορά της ομάδας, με τον ίδιο εκτός από ιδιοκτήτης να αναλαμβάνει και πρόεδρος.
Αμέσως καταβάλει έξι δισ. λιρέτες προκειμένου να αποφύγει τον διορισμό διαχειριστή, ενώ λίγο αργότερα βάζει ακόμα 25 δισ. λιρέτες προχωρώντας σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου. Δίπλα του έχει έναν άνθρωπο που μέχρι και την τελευταία στιγμή αποτέλεσε το δεξί του χέρι και έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο να καταφέρει η Μίλαν να πάρει τους παίκτες που της άλλαξαν την ιστορία.
Αυτός δεν είναι άλλος από τον Αντριάνο Γκαλιάνι, ο οποίος είχε τον τίτλο του αντιπροέδρου και μάλιστα ακολούθησε τον “καβαλιέρε” και στην Μόντσα.
Η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου τον μετέτρεψε σε απόλυτο αφεντικό, καθώς πλέον κατείχε το 99,9% των μετοχών, όμως αυτό βέβαια δεν αρκούσε για οδηγήσει την ομάδα εκεί που είχε υποσχεθεί στους οπαδούς της, στην κορυφή της Ευρώπης.
Ετσι αν και κρατά ως βοηθό προπονητή τον πολλά υποσχόμενο Φάμπιο Καπέλο, φέρνει ως πρώτο τον Αρίγκο Σάκι. Για να τον πείσει, του κάνει ακόμα και το τραπέζι στη βίλα του, σερβίροντάς του μαζί με τα εδέσματα και μια λευκή επιταγή, ζητώντας του να βάλει ο ίδιος το ποσό, όχι μόνο για τη δική του αμοιβή, αλλά και για τις μεταγραφές που χρειάζονταν για να αλλάξει επίπεδο η ομάδα.
Η κίνηση αυτή δημιουργεί την υπερηχητική Μίλαν των τριών Ολλανδών, Φαν Μπάστεν, Ράσικαρντ και Γκούλιτ, ενώ στο ρόστερ υπάρχουν ακόμα οι παίκτες όπως ο Μπαρέζι, ο Τασότι, ο Μαλντίνι και ο Κοστακούρτα. Μέσα σε τέσσερα χρόνια η Μίλαν κατακτά το πρωτάθλημα (1988), δύο Κύπελλα Πρωταθλητριών (1989, 1990), το Σούπερ Καπ Ιταλίας (1988), το Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ (1989) και δύο Διηπειρωτικά (1989, 1990).
Ο κύκλος του Σάκι θα κλείσει το 1991 για να δώσει το ηνία στον βοηθό του Φάμπιο Καπέλο, με τον οποίο η Μίλαν θα κατακτήσει ακόμα ένα Κύπελλο Πρωταθλητριών, αυτό του 1994, όταν στο ΟΑΚΑ οι “ροσονέρι” θα σκορπίσουν με 4-0 την Μπαρτσελόνα του Γιόχαν Κρόιφ. Επίσης, στο διάστημα που ο Καπέλο θα είναι στον πάγκο (1991-1996) η Μίλαν θα αναδειχτεί πρωταθλήτρια Ιταλίας τέσσερις φορές (1992, 1993, 1994 και 1996) μέσα σε πέντε χρόνια.
Ο τρίτος προπονητής, μετά τους Σάκι και Καπέλο που θα κάνει τη διαφορά στην ομάδα ήταν ο Κάρλο Αντσελότι, που θα πάρει το “χρίσμα” από τον “καβαλιέρε” το 2001. Θα μείνει στο Μιλάνο για οκτώ χρόνια κατακτώντας το πρωτάθλημα του 2004 και δύο Champions League την περίοδο 2002-03 (με αντίπαλο την Γιουβέντους στο “Ολντ Τράφορντ” και την περίοδο 2006-07 με αντίπαλο την Λίβερπουλ στο ΟΑΚΑ).
Παράλληλα, σήκωσε δυο φορές το ευρωπαϊκό Super Cup (2003 και 2007) αλλά και το Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων το 2007.
Μεταξύ άλλων τη φανέλα της Μίλαν τα χρόνια που ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι ήταν ιδιοκτήτης του συλλόγου φόρεσαν, εκτός από τους τρεις Ολλανδούς, παίκτες όπως ο Σεφτσένκο, Ρούι Κόστα, Πίρλο, Νέστα, Σταμ, Καφού, Ιντζάγκι, Ζορζ Γουεά, Κακά, Ροναλντίνιο, Ρομπέρτο Μπάτζιο, Ρονάλντο και Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς.
Η εποχή του “Καβαλιέρε” στη Μίλαν ολοκληρώθηκε στις 14 Απριλίου 2017, όταν και μεταβίβασε τις μετοχές του σε επενδυτικό σχήμα με επικεφαλής τον Κινέζο επιχειρηματία Γιονγκχόν Λι, αντί περίπου 760 εκατ. ευρώ.
“Αφήνω σήμερα, μετά από περισσότερα από 30 χρόνια, τον τίτλο και το αξίωμα του προέδρου της Μίλαν”, είχε γράψει την ώρα της αναχώρησης.
“Το κάνω με πόνο και συγκίνηση, αλλά έχοντας επίγνωση ότι το σύγχρονο ποδόσφαιρο σημαίνει να είσαι ανταγωνιστικός στο υψηλότερο επίπεδο, ευρωπαϊκό και παγκόσμιο, με επενδύσεις και πόρους που δεν μπορεί πλέον να διαθέσει μια μόνο οικογένεια. Θα είμαι πάντα ο πρώτος οπαδός της Μίλαν, της ομάδας που ο πατέρας μου με έμαθε να αγαπώ όταν ήμουν παιδί”.