Τον θάνατο του Αντρέι Ιβάν, την Τρίτη (27/12) σε ηλικία 63 ετών ανακοίνωσε ο πρόεδρος της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας της Πολωνία, Τσέζαρι Κουλέσα.
Ο παλιός ποδοσφαιριστής του Άρη γεννήθηκε στις 10 Νοεμβρίου 1959 στην Κρακοβία. Ξεκίνησε το ποδόσφαιρο ως επιθετικός από τα τμήματα υποδομής της Βάντα Κρακοβίας αλλά σε ηλικία 17 ετών (1976) μετακόμισε στη μεγάλη ομάδα της πόλης, την Βίσλα Κρακοβίας (συνολικά 198 συμμετοχές και 69 γκολ) όπου και παρέμεινε μέχρι την περίοδο 1984/85.
Με τα χρώματα της Βίσλα πραγματοποίησε εκπληκτικές εμφανίσεις, κατέκτησε το πρωτάθλημα και στο τέλος της πρώτης του κιόλας χρονιάς (1977/78) κλήθηκε από τον προπονητή της Εθνικής Πολωνίας, τον Γιάτσεκ Γκμοχ στην αποστολή που ταξίδεψε στην Αργεντινή για το Μουντιάλ του 1978. Εκείνη την περίοδο θεωρούνταν ως ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα της Ευρώπης.
Πραγματοποίησε το ντεμπούτο του στο Μουντιάλ της Αργεντινής (1978) στον αγώνα με την Τυνησία ενώ αγωνίστηκε και στο αγώνα με το Μεξικό. Με την Εθνική ομάδα συμμετείχε στο Μουντιάλ της Ισπανίας (1982), οδηγώντας την Πολωνία στην τρίτη θέση της διοργάνωσης. Ωστόσο, το τρομερό αυτό ξεκίνημα στην καριέρα του δεν είχε την ανάλογη συνέχεια καθώς παρέμεινε στάσιμος αγωνιστικά τα επόμενα χρόνια και με πληθώρα εξωγηπεδικών προβλημάτων κυρίως λόγω αλκοολισμού και συμμετοχής σε φασαρίες σε διάφορα μπαρ της Κρακοβίας που τον οδήγησαν στην έξοδο τόσο από την Εθνική ομάδα όσο και από την Βίσλα.
Ολοκλήρωσε την παρουσία του με το Πολωνικό Εθνικό συγκρότημα με 29 διεθνείς συμμετοχές και 11 γκολ καθώς ένας τραυματισμός δεν του επέτρεψε να συμμετάσχει στο Μουντιάλ του 1986.
Επόμενος σταθμός στην καριέρα του, η Γκόρνικ Ζάμπρζε, όπου πλέον άλλαξε αγωνιστικό προφίλ και από καθαρόαιμος επιθετικός μετατράπηκε σε επιτελικό μέσο. Με την Γκόρνικ κατέκτησε 2 ακόμη πρωταθλήματα Πολωνίας. Το 1987 μεταγράφηκε στην Γερμανική Μπόχουμ, όπου αγωνίστηκε για 2 χρόνια έχοντας 30 συμμετοχές και 2 γκολ. Σπουδαιότερη επιτυχία του με την Μπόχουμ ήταν η συμμετοχή στον τελικό του Κυπέλλου Γερμανίας του 1988.
Συνέχισε την καριέρα του στον Άρη Θεσσαλονίκης όπου έπαιξε για ενάμιση χρόνο με καλές και κακές στιγμές. Γύρισε για λίγο στην Γκόρνικ αλλά ήταν σαφές ότι είχε χάσει την λάμψη του παρελθόντος. Πήγε για 2 σεζόν στην Ελβετία όπου αγωνίστηκε σε Ατζούρι και Πούλι αντίστοιχα και επέστρεψε στην Πολωνία όπου και ολοκλήρωσε την ποδοσφαιρική του καριέρα (1995) στην μικρή και άσημη Κούτσνι Ιζντέμπνικ.
Συνολικά κατέκτησε 3 πρωταθλήματα Πολωνίας, ένα με την Βίσλα και 2 με την Γκόρνικ. Μετά το τέλος της καριέρας του εργάστηκε ως βοηθός προπονητή, μάνατζερ παικτών και σχολιαστής στην τηλεόραση.