Ο Άρης Θεσσαλονίκης έχει τα γενέθλιά του καθώς συμπληρώνει 109 χρόνια από την ίδρυσή του.
Ο Άρης γεννήθηκε σ’ ένα καφενείο στην περιοχή του Βότση, εκεί όπου βρισκόταν και το εξοχικό του Φλόκα, σαν σήμερα πριν από 108 χρόνια, ανήμερα του εορτασμού της 25ης Μαρτίου. Άρης… γιατί είναι ο θεός του Πολέμου σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία. Κιτρινόμαυρο χρώμα γιατί συμβολίζει το Βυζάντιο. Το πρώτο σήμα του Άρη ήταν η ασπίδα του θεού του Πολέμου. Πολλές δεκαετίες μετά, αντικαταστάθηκε από το ομοίωμα του θεού Άρη. Κατά τον αστικό μύθο, ήταν μερικά γυμνασιόπαιδα μαζί με αθλητές οι οποίοι ανήκαν στον πρεσβύτερο Ηρακλή αυτοί που εισήγαγαν και τελικώς εφάρμοσαν την ιδέα δημιουργίας κάτι καινούργιου. Περισσότερο πολιτισμικού για να ανταποκρίνεται και στον χαρακτήρα της πόλης καθώς η Θεσσαλονίκη ανέκαθεν αποτελούσε σταυροδρόμι διαφορετικών εθνικοτήτων και κουλτουρών. Προφανώς, οι πρωταγωνιστές της ιστορίας δεν θα μπορούσαν να είχαν φανταστεί ότι αυτή η νεανική τρέλα, η αντίδραση για τα δεδομένα της εποχής, θα αποτελούσε την αρχή κάτι πολύ σπουδαίου καθώς προϊόντος του χρόνου ο Άρης εξελίχθηκε σε κοινωνικό φαινόμενο.
Ζήτημα τιμής και τα χρώματα του Αρη
Δύο ομάδες στην ίδια πόλη με τα ίδια χρώματα ήταν αδύνατο να συνυπάρξουν. Κι έτσι στις 9 Αυγούστου του 1925 εκείνος ο αγώνας με την τότε Ένωση Κωνσταντινουπολιτών είχε πολύ σπουδαιότερο χαρακτήρα από κάθε άλλον. Για τον μόλις 11 ετών Άρη ήταν ζήτημα τιμής και περηφάνιας η διατήρηση του κίτρινου-μαύρου που είχε στη φανέλα του και δεν αρνήθηκε εκείνο το παιχνίδι παρότι αυτά τα χρώματα ήταν κατοχυρωμένα. Κατά τον Τύπο της εποχής, η ομάδα των Κωνσταντινουπολιτών σχηματίστηκε από αθλητές οι οποίοι αποχώρησαν από τον Άρη και τον Ηρακλή. Τότε ήταν που ξέσπασε «πόλεμος» επιστολών καθώς οι ίδιοι αθλητές κατηγορήθηκαν για αφαίρεση αθλητικού υλικού. Οι διαφορές λύθηκαν σ’ εκείνον τον επεισοδιακό αγώνα την 9η του Αυγούστου 1925. Ο Άρης κέρδισε 5-2, οι Κωνσταντινουπολίτες αποχώρησαν από το γήπεδο διαμαρτυρόμενοι για τη διαιτησία κι εκείνος ο αγώνας έχει περάσει στα κατάστιχα της ιστορίας ως η αρχή μιας αντιπαλότητας η οποία τρέφεται εδώ και τουλάχιστον εννιά δεκαετίες.
Οι πρώτες στιγμές δόξας του Αρη
Ο πρώτος (ανεπίσημος) αγώνας του Άρη με ομάδα του εξωτερικού καταγράφηκε το 1923 απέναντι στην Μπεογκράτσκι. Χρόνια νωρίτερα, το εγχείρημα με τη δημιουργία του συλλόγου κινδύνεψε να σβήσει λόγω του Α Παγκοσμίου Πολέμου, Μικρασιατικής Καταστροφής και της παύσης των αθλητικών δραστηριοτήτων. Τελικώς παρέμεινε ζωντανό και ζωηρό για να φθάσει στην αναρρίχηση του Άρη σε ρόλο πρωταγωνιστή στο ελληνικό ποδοσφαιρικό στερέωμα. Μετά τον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο έως και το 1939 κατέκτησε οκτώ φορές το Πρωτάθλημα Θεσσαλονίκης, κυρίως όμως πάτησε στην κορυφή του ελληνικού Πρωταθλήματος δύο φορές (1928, 1932). Ήταν εκείνη η θρυλική ομάδα των αδερφών Βικελίδη, του Αγγελάκη, του Κίτσου η οποία θα μπορούσε να είχε κατακτήσει τουλάχιστον έναν τίτλο ακόμη αλλά το 1929 δεν είχε πραγματοποιηθεί η τελική φάση του Πανελληνίου Πρωταθλήματος. Το 1932, οι «κιτρινόμαυροι» κατέκτησαν με εμφατικό τρόπο το δεύτερο τους Πρωτάθλημα. «Επτάρα» στον Παναθηναϊκό, 7-3 τον Ηρακλή, 0-3 τον Ολυμπιακό. Δεν κατάφεραν να κατακτήσουν το νταμπλ λόγω της ήττας (5-3) από την ΑΕΚ στο τελικό του Κυπέλλου. Κεντρικό πρόσωπο υπήρξε ο αξεπέραστος Κλεάνθης Βικελίδης. Το «Μακεδονικό Τανκ», ένας από τους σπουδαιότερους ποδοσφαιριστές στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ο Άρης κατέκτησε για τελευταία φορά το Πρωτάθλημα το 1946, έχοντας πρωταγωνιστές τους Βικελίδη, Κολωνιάρη και Λιακόπουλο. Αυτοί ήταν οι σκόρερ και του εμφατικού 4-1 επί της ΑΕΚ με το οποίο σφραγίστηκε η νίκη.
Οι Αρειανοί έχτισαν το Χαριλάου… πέτρα-πέτρα
Από τις αρχές της δεκαετίας του ’50, το γήπεδο Χαριλάου είναι η φυσική έδρα του συλλόγου. Η πρώτη έδρα του συλλόγου καταστράφηκε στη μεγάλη πυρκαγιά, η δεύτερη ήταν στον χώρο όπου στεγάζεται το νοσοκομείο «Ιπποκράτειο», μετά πήγε στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια υπήρξε ανταλλαγή εκτάσεων όπου ο Άρης εγκαταστάθηκε στο γήπεδο Χαριλάου. Το γήπεδο χτίστηκε από τους ίδιους τους φιλάθλους του Άρη, αλλά και από αθλητές του συλλόγου. Η μαρτυρία του Κλεάνθη Βικελίδη για τις εκατοντάδες εργατοώρες των αθλητών αλλά και απλών φίλων της ομάδας έχει μείνει στην ιστορία και καταδεικνύει το μεράκι των ανθρώπων της εποχής. Τότε ο σύλλογος έλαβε δάνειο 300.000 δραχμών για να χτίσει το γήπεδό του, το οποίο πληρώθηκε από το υστέρημα των φιλάθλων του. Τα εγκαίνια του γηπέδου έγιναν στις 4 Νοεμβρίου 1951 με αρχική χωρητικότητα 10.000 θεατών.
Το Κύπελλο του 1970 και η διάλυση
Τις δεκαετίες ’50 και ’60, ο Άρης δεν κατάφερε να κατακτήσει τίτλο στις εγχώριες διοργανώσεις, έκανε όμως τα πρώτα ευρωπαϊκά ταξίδια του καθώς αντιμετώπισε τις Ρόμα, Κολωνία, Γιουβέντους, Χιμπέρνιανς (Μάλτα), Ουίπεστ. Για να φτάσουμε στις 28 Ιουνίου 1970, στον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας απέναντι στον ΠΑΟΚ στο Καυτανζόγλειο. Οι «κίτρινοι» παρατάχθηκαν δίχως τον Τάκη Λουκανίδη ο οποίος είχε τιμωρηθεί γι’ ανάρμοστη συμπεριφορά καθώς μετά τον ημιτελικό αγώνα με τον Ολυμπιακό, πιάστηκε στα χέρια με τον Γρηγόρη Αγιανιάν των Πειραιωτών. Ο Άρης σημείωσε τρία γκολ, μέτρησε το ένα, επικράτησε του ΠΑΟΚ με 1-0 και επέστρεψε στην κατάκτηση τίτλων έπειτα από 24 χρόνια.
Τότε δημιουργήθηκε και η «βεντέτα» με τον διαιτητή Μίχα η οποία κορυφώθηκε δύο χρόνια αργότερα, στον ημιτελικό του Κυπέλλου με τον ΠΑΟΚ, στο Χαριλάου. Η κατάφορη αδικία οδήγησε σε σύρραξη και ξύλο ανάμεσα σε ποδοσφαιριστές του Άρη και Αστυνομικά όργανα. Σύμφωνα με τον αστικό μύθο, οι κακές σχέσεις του τότε προέδρου του Άρη, Νίκου Καμπάνη, με τον Κωνσταντίνο Ασλανίδη (Γενικός Γραμματέας Αθλητισμού επί Χούντας) ήταν η αιτία. Η ουσία για τον Άρη ήταν ότι Σπυρίδων και Αλεξιάδης τιμωρήθηκαν με 12μηνο αποκλεισμό, ο Βαγγέλης Συρόπουλος με εξάμηνο αποκλεισμό κι εκείνη η ποδοσφαιρική ομάδα έφτασε στα πρόθυρα της διάλυσης.
Το έπος της Περούτζια και η χαμένη ευκαιρία
Αν υπάρχει ένα αγκάθι στις καρδιές των Αρειανών, αυτό είναι το μπαράζ του Βόλου. Γιατί εκείνη η καταπληκτική ομάδα, δεν μετουσίωσε ποτέ την ποδοσφαιρική ικανότητά της. Μια ομάδα η οποία άρχισε να χτίζεται στα μέσα της δεκαετίας του ’70 κι όταν έφθασε στο σημείο διεκδίκησης τίτλων, ουσιαστικά αυτοκαταστράφηκε. Είχε προηγηθεί η λαμπρή ευρωπαϊκή πορεία τη σεζόν 1979-80. Εκείνος ο Άρης απέκλεισε την Μπενφίκα και συνέχισε με το έπος στην Περούτζια, την εμφατική νίκη με 0-3 επί της ιταλική ομάδα του Πάολο Ρόσι. Η πορεία του Άρη σταμάτησε στην Σεντ Ετιέν του Μισέλ Πλατινί.
Όσα χρόνια κι αν περάσουν λοιπόν, το μπαράζ του Βόλου θα είναι πάντα στις σκέψεις όλων. Γιατί εκεί δεν χάθηκε απλά ένας τίτλος, αλλά η υπόληψη της ομάδας. Όλοι μιλούν για τον αγώνα τίτλου με τον Ολυμπιακό, κανείς δεν λογάριασε την αλλαγή στην προκήρυξη του Πρωταθλήματος έναν μήνα πριν το τέλος του. Για την ακρίβεια, ενώ αρχικά λογιζόταν η ισοβαθμία όπου οι «κίτρινοι» είχαν πλεονέκτημα έναντι των Πειραιωτών, ξαφνικά αποφασίστηκε να γίνει αγώνας μπαράζ. Κι αυτό έγινε, ο Ολυμπιακός κέρδισε με 2-1 και ο Άρης έχασε μια μοναδική ευκαιρία κατάκτησης τίτλου. Το τίμημα αυτής της απώλειας ήταν τεράστιο.
Ο Γκάλης και η Αυτοκρατορία του Αρη
Αν υπάρχουν θαύματα στον ελληνικό αθλητισμό, αυτό που συνέβη το 1979 ήταν ίσως το μεγαλύτερο. Η κατάκτηση του Πρωταθλήματος από τον Άρη ήταν το πιο ηχηρό μήνυμα στο κλίμα (ελληνοποιήσεων) της εποχής. Η ιστορία έγραψε ότι ο Άρης έγινε η πρώτη ομάδα που κατάφερε να σπάσει το κατεστημένο, κατευθυνόμενη από έναν «ξανθό», τον Γιάννη Ιωαννίδη. Με αμιγώς ελληνικό σύνολο, η κατάκτηση εκείνου του Πρωταθλήματος ουσιαστικά αποτέλεσε τον θεμέλιο λίθο για τη δημιουργία της Αυτοκρατορίας του Άρη. Γιατί, αυτός ο τίτλος οδήγησε τον Νίκο Γκάλη στην επιλογή του Άρη κι έτσι γράφτηκε μία από τις πιο χρυσές σελίδες στην ιστορία του ελληνικού μπάσκετ αλλά και του Άρη. Έτσι δημιουργήθηκε η λεγόμενη «ομάδα όλων των Ελλήνων», η μοναδική που φρόντισε να κάμψει τα μίση και τις αντιπαλότητες ενώνοντας όλους τους Έλληνες, αυτή που έβαλε ουσιαστικά το μπάσκετ στα σπίτια όλων των Ελλήνων, η «ομάδα του 20ου αιώνα».
Με την απόκτηση του Παναγιώτη Γιαννάκη το 1984 (σ. σ. έπειτα από την απώλεια Πρωταθλήματος και Κυπέλλου Ελλάδας μέσα σε μια εβδομάδα), μπήκαν οι βάσεις για την απόλυτη κυριαρχία του Άρη. Παραμένει ακλόνητο το ρεκόρ των 80 σερί νικών στο ελληνικό Πρωτάθλημα για την ομάδα που κατέκτησε 14 τίτλους με αρχή το Πρωτάθλημα του 1983 και φινάλε το Κύπελλο του 1992. Στις συνείδηση των Ελλήνων, ο Άρης ήταν η κορυφαία ομάδα της Ευρώπης το 1989, παρότι δεν κατάφερε να κατακτήσει το Κύπελλο Πρωταθλητριών σε τρία διαδοχικά (1988, 1989, 1990) Final Four. Εκείνος ο Άρης ήταν και θα παραμείνουν οι… Beatles της Ελλάδας, μια ομάδα η οποία προκαλούσε κρότο σε κάθε της βήμα.
Η Αυτοκρατορία έπεσε το καλοκαίρι του 1992. Στην πραγματικότητα όμως, τα κάστρα άρχισαν να γκρεμίζονται δύο χρόνια νωρίτερα με την αποχώρηση του Γιάννη Ιωαννίδη από την τεχνική ηγεσία. Το Πρωτάθλημα του 1991 ήταν ίσως το πιο συγκλονιστικό όλων των εποχών, αλλά και διδακτικό καθώς επιβεβαιώθηκε η ρήση που λέει ότι «το πληγωμένο θηρίο είναι πιο επικίνδυνο». Ο Άρης ήταν πληγωμένος, κατευθυνόμενος όμως από την καρδιά του Πρωταθλητή πέτυχε δύο ανατροπές οι οποίοι παραμένουν στο πάνθεον του ελληνικού μπάσκετ.
Οι ευρωπαϊκοί τίτλοι και οι απλήρωτοι
Αυτό που λυσσαλέα διεκδίκησε ο Άρης σε τρία Final Four του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, το βρήκε τελικώς στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων στο Τορίνο. Ίσως ήταν το απλήρωτο γραμμάτιο της ιστορίας απέναντί του καθώς εκεί (το 1993) ο Άρης κατέκτησε τον πρώτο ευρωπαϊκό τίτλο του. Καθοδηγούμενος από τον μοναδικό Ρόι Τάρπλει, απέναντι στην Εφές Πίλσεν. Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο Άρης κατέκτησε τον δεύτερο ευρωπαϊκό τίτλο στην ιστορία του και πάλι απέναντι στην τουρκική ομάδα. Και σε μια περίοδο όπου δεν τον πίστευε κανείς. Γιατί μετά το -11 από την Τόφας Μπούρσα στον πρώτο αγώνα στη Θεσσαλονίκη, ελάχιστοι πίστευαν ότι ο Άρης θα μπορούσε να κατακτήσει το Κύπελλο Κόρατς. Κι όμως, εκείνη η ομάδα του Λευτέρη Σούμποτιτς «βούλωσε» στόματα με το επιβλητικό 70-88 μέσα στην Προύσα και την πανηγυρική κατάκτηση του ευρωπαϊκού τίτλου.
Η εποχή της αυτοκρατορίας έφυγε ανεπιστρεπτί, αλλά ο Άρης δίδαξε πολλά και τον χειμώνα του 1998. Μια ομάδα στα πρόθυρα της διάλυσης, γεμάτοι απλήρωτους παίκτες, κατευθυνόμενη όμως από την αύρα του παρελθόντος και τα μοναδικά συναισθήματα που καλλιεργεί κάθε αγώνας στο Παλέ. Εκεί σημειώθηκε ένα ακόμη μπασκετικό θαύμα με την κατάκτηση του Κυπέλλου στο Final Four της Θεσσαλονίκης. Ποιος μπορεί να ξεχάσει την επιβλητική νίκη επί του (πανίσχυρου τότε) Παναθηναϊκού στον ημιτελικό ή την «τσατίλα» του Γιάννη Ιωαννίδη στον μεγάλο τελικό;
Είναι αλήθεια ότι στα χρόνια που ακολούθησαν ο Άρης δεν κατάφερε να διαδραματίσει ποτέ τον ρόλο που του άξιζε βάσει ιστορίας. Οι προβληματικές σεζόν είναι περισσότερες από τις υγιείς. Παρόλο αυτά κατέκτησε το Κύπελλο Ελλάδας το 2004, προηγήθηκε η κατάκτηση του Champions Cup (2003), διεκδίκησε τίτλους σε τελικούς του Κυπέλλου Ελλάδας.
Το έπος της Μαδρίτης
Ο Άρης ένιωσε πολλά στο πετσί του στα τελευταία 22 χρόνια. Διαπίστωσε ότι η απόσταση της χαράς από τη λύση είναι απίστευτα μικρή. Από τον πρώτο υποβιβασμό στη Β’ Εθνική το 1997, έως και το έπος της Μαδρίτης. Το ημερολόγιο έγραφε 1η Δεκεμβρίου 2010 όταν ο Άρης έγινε η πρώτη ελληνική ομάδα που κέρδισε επί ισπανικού εδάφους σε μία από τις σπουδαιότερες στιγμές στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου. Η Ατλέτικο δεν ήταν απλά η κάτοχος του Europa League αλλά και του Supercup, η ομάδα η οποία είχε στις τάξεις της πλήθος αστεριών του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Κι όμως, ο Άρης πέτυχε κάτι μαγικό, ανεπανάληπτο στο πάνθεον της παρουσίας των ελληνικών ομάδων στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις και μάλιστα με ανατροπή. Εκείνη η νίκη με 2-3 έφερε την υπογραφή μιας ομάδας η οποία ενθουσίαζε με το ποδόσφαιρο που απέδιδε αλλά δεν κατάφερε να μετουσιώσει την εξαιρετική παρουσία της με την κατάκτηση εγχώριου τίτλου.
Το φαινόμενο του Άρη
Αυτή η άποψη δεν εμπεριέχει την παραμικρή δόση υπερβολής, αποτυπώνει την αλήθεια ενός συλλόγου ο οποίος ένιωσε στο πετσί του κάθε είδους κακουχία. Πανηγύρισε στιγμές απόλυτης δόξας, βίωσε την καταστροφή, πέρασε πέτρινα χρόνια αλλά ουδέποτε έφυγε από πάνω του η χρυσόσκονη, το κάτι διαφορετικό που αντιπροσωπεύει, τη σπουδαία αίγλη του παρελθόντος. Ποια άλλη ομάδα θα απορροφούσε την ντροπή που ένιωσε με τους τρεις υποβιβασμούς τα μαρτυρικά χρόνια στις χαμηλές κατηγορίες του ελληνικού ποδοσφαίρου; Ποια άλλη μεγάλη ομάδα θα άντεχε τόσες δεκαετίας ανομβρίας, αλλά θα διατηρούσε τη δυναμική για να παρουσιάσει την εικόνα που είχε στον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας το 2010 στη μεγαλύτερη οπαδική μετακίνηση που κατέγραψε η ιστορία.