Βαρύ πένθος έχει σκεπάσει την ΑΕΚ, τον Σπόρτινγκ και ολόκληρη την ελληνική μπασκετική οικογένεια, καθώς έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 89 ετών ο Βαγγέλης Νικητόπουλος, μία από τις σημαντικότερες μορφές του ελληνικού μπάσκετ, τόσο ως παίκτης όσο και ως προπονητής.
Ο Νικητόπουλος, γνωστός και με το προσωνύμιο «Σουηδός», γεννήθηκε στην Αθήνα το 1936 και είχε καταγωγή από την Τρίπολη. Το μπασκετικό του ταξίδι ξεκίνησε πολύ νωρίς, το 1951, με τη φανέλα του ιστορικού Σπόρτινγκ, στον οποίο αγωνίστηκε για μία ολόκληρη δεκαετία μέχρι το 1961, αφήνοντας ανεξίτηλο το αποτύπωμά του.
Η συνέχεια της καριέρας του γράφτηκε με χρυσά γράμματα στην ΑΕΚ. Με τη φανέλα της Ένωσης πανηγύρισε τέσσερα διαδοχικά πρωταθλήματα Ελλάδας (1963, 1964, 1965, 1966), συμβάλλοντας καθοριστικά στην καθιέρωση της ΑΕΚ ως μία από τις κορυφαίες δυνάμεις της εποχής. Παράλληλα, υπηρέτησε με συνέπεια και πάθος και την Εθνική Ελλάδας, εκπροσωπώντας τα γαλανόλευκα χρώματα στο διεθνές στερέωμα.
Μετά το τέλος της αγωνιστικής του πορείας, ο Βαγγέλης Νικητόπουλος αφιερώθηκε στην προπονητική, συνεχίζοντας να υπηρετεί το άθλημα με την ίδια αγάπη και προσήλωση. Από το 1967 έως το 1979 κάθισε στον πάγκο του Σπόρτινγκ, ενώ στη συνέχεια εργάστηκε στον Εθνικό (1979-80), στην Εθνική Εφήβων και στην ΑΕΚ σε τρεις διαφορετικές περιόδους (1987-88, 1989-90, 1991-92). Με την Ένωση, μάλιστα, έφτασε δύο φορές μέχρι τον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας, επιβεβαιώνοντας την αξία του και στον πάγκο.
Ιδιαίτερη μνεία αξίζει και στη συμβολή του στο γυναικείο μπάσκετ, καθώς οδήγησε τη γυναικεία ομάδα του Σπόρτινγκ μέχρι το Final Four του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1991, σε μια ιστορική επιτυχία για το ελληνικό γυναικείο μπάσκετ.
Ο Βαγγέλης Νικητόπουλος αφήνει πίσω του ένα τεράστιο κενό, αλλά και μια βαριά κληρονομιά για το ελληνικό μπάσκετ. Η προσφορά του στο άθλημα ήταν πολύπλευρη, αδιάκοπη και ουσιαστική, χαρίζοντας στιγμές υπερηφάνειας και έμπνευσης.