Το τοπικό (ερασιτεχνικό) ποδόσφαιρο στην Ελλάδα είναι κάτι το οποίο όσο και να προσπαθήσει κάποιος να αναλύσει και να το καταλάβει πλήρως δεν θα τα καταφέρει.
Είναι εντελώς διαφορετικό άθλημα από το σύγχρονο ποδόσφαιρο που παίζεται στο εξωτερικό και φυσικά αλλάζει από περιοχή σε περιοχή. Άλλο ποδόσφαιρο θα συναντήσεις στην Αθήνα, άλλο στη Θεσσαλονίκη και τις γύρω περιοχές και εντελώς διαφορετικό στην Αιτωλοακαρνανία, για παράδειγμα, ή σε κάποιο νησί. Αυτό που παραμένει -σχεδόν- ίδιο παντού είναι ο λατρεμένος προπονητής του τοπικού και η συμπεριφορά του. Παρακάτω θα δούμε τους 5 κανόνες του κόουτς του τοπικού πρωταθλήματος.
Κανόνας πρώτος: Το αδικοχαμένο ταλέντο. Ο κόουτς όταν ήταν μικρός υπήρξε τεράστιο ταλέντο. Δομάζος, Χατζηπαναγής και Σιδέρης σε ένα. Μια μέρα, ενώ μάγευε με τη φανέλα του χωριού του, βρέθηκαν στο γήπεδο δύο σκάουτερ. Ο ένας δούλευε για μεγάλη ελληνική ομάδα (ΠΑΟ, ΟΣΦΠ ή ΑΕΚ) και ο άλλος για κάποια του εξωτερικού, όχι όμως πρωτοκλασάτη για να είναι η ιστορία περισσότερη πειστική (Μπολόνια, Τορίνο ή Αταλάντα). Οι δύο σκάουτερ είχαν πάει στην περιοχή για ράφτινγκ και έμαθαν πως έχει ποδοσφαιρικό αγώνα. Κάπως έτσι βρέθηκαν όρθιοι πίσω από τη μάντρα να χαζεύουν τον νεαρό με το “10” στην πλάτη. Με το τέλος της αναμέτρησης τον πλησίασαν και του έδωσαν την κάρτα τους τάζοντάς του χρήματα, δόξα, τίτλους και 2-3 χρυσές μπάλες. Ο νεαρός τελικά δεν πήρε ποτέ τη μεγάλη απόφαση να πάει και να δοκιμαστεί, επιλέγοντας να μείνει στην ομάδα του χωριού και να συνεχίσει στα χωράφια του πατέρα του. Άσε που είχε δώσει και το λόγο του να παντρευτεί την κόρη του κυρ-Μάκη του κουρέα. Αργότερα και ενώ είχε ανεβάσει μόνος του την ομάδα δύο κατηγορίες, σκοράροντας 67 γκολ σε δύο σεζόν, τραυματίστηκε σοβαρά ενώ έβαζε κάτι σωλήνες στο χωράφι και σταμάτησε οριστικά το ποδόσφαιρο. Ήταν μόλις 23 ετών. Η προπονητική ήταν η φυσική συνέχεια των πραγμάτων.
Κανόνας δεύτερος: O ταλαντούχος γιος. Ο κόουτς έχει ένα γιο που είναι σπάνιο ποδοσφαιρικό ταλέντο. Πρωτοκλώτσησε μπάλα στα 5 και στα 10 είχε βγάλει ήδη το πρώτο του δελτίο στην ομάδα που προπονούσε τότε ο μπαμπάς του. Μεγαλώνοντας και άσχετα αν ήταν μόνιμα τσακωμένος με το κοντρόλ έβρισκε πάντα θέση στην αρχική 11αδα και μάλιστα στο χώρο του κέντρου. Εννοείται πως έχει φορέσει μόνο τις φανέλες με το “6”, το “8” και το “10” αν και πάντα στην ερώτηση “τι θέση παίζεις εσύ βρε σκύβαλο”, αυτός απαντούσε “δεκάρι”, χαρίζοντας απλόχερα το γέλιο. Ο μπαμπάς-κόουτς έχει να λέει για το γκολ που είχε σκοράρει ο γιος από τα 40 μέτρα σε τοπικό ντέρμπι και για το πόσο αδίκησε ο γιος του τον εαυτό του -και το ταλέντο του- λόγω τεμπελιάς και εκείνης της άτιμης της Σούλας που τον έβαλε στο βρακί της.
Κανόνας τρίτος: Αθλητική φόρμα και μόνο. Ο κόουτς έχει κρατήσει τη φόρμα από όποια ομάδα και αν πέρασε (είναι και πολλές για την ακρίβεια) και κυκλοφορεί πάντα με αυτές. Στη δουλειά. Στο καφενείο. Στο βίντεοκλαμπ (ο κόουτς δεν κατεβάζει παράνομα ταινίες από το ίντερνετ). Στο ΙΚΑ. Στο σούπερ-μάρκετ. Είναι περήφανος για τη δουλειά του σε όλες αυτές τις ομάδες. Για την Άνω Ραχούλα που κέρδισε το Γ’ τοπικό το ’93 και για την Κάτω Ραχούλα που την έριξε κατηγορία το ’97 μετρώντας μόλις δύο νίκες σε 24 αναμετρήσεις. “Ήμασταν άτυχοι και ο Ζουμπούλιας το δεκάρι είχε μπει φαντάρος” αυτό είναι το μόνιμο παράπονο του κόουτς για τη χειρότερη στιγμή της μεγάλης καριέρας του, αλλά “τι να κάνεις” συμπληρώνει ο ίδιος. Εννοείται πως την αθλητική (γυαλιστερή) φόρμα τη συνδυάζει πάντα με καπέλο μεγάλης ομάδας του εξωτερικού. Ρεάλ Μαδρίτης, Μπαρτσελόνα και Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ συνήθως.
Κανόνας τέταρτος: To όνειρο και ο πάγκος της μεγαλύτερης ομάδας. Ο κόουτς θεωρεί πως είναι αδικημένος και θα έπρεπε να έχει πάρει μια ευκαιρία και σε μεγαλύτερη ομάδα. Εκτός τοπικών. Θα σου αναλύσει τις τακτικές του Γκουαρδιόλα καλύτερα και από τον Αλέφαντο και θα σου ορκιστεί πως αν είχε και αυτός τον Τσάβι, τον Ινιέστα και τον Μέσι θα κέρδιζε με τον Τρίκαρδο Κατοχής -τουλάχιστον- την σούπερ λίγκα στην Ελλάδα. “Έχω καταλάβει πως παίζουν” θα σου πει και θα συμπληρώσει “Όταν ο Μπουσκέτς πλακάρει για τον Άλμπα (εδώ θα σκεφτεί λίγο και την Τζέσικα Άλμπα) δημιουργείται ένα ρήγμα” την ίδια στιγμή θα πάρει δύο κεφτέδες από το πιάτο (εννοείται η συζήτηση γίνεται σε ταβέρνα) και θα σου δείξει “το σύστημα”.
Κανόνας πέμπτος (και τελευταίος): O γκουρού του στοιχήματος. Ο κόουτς έχει πάντα μαζί του ένα κουπόνι και καμιά δεκαριά δελτία στοιχήματος. Εννοείται πως παίζει και στο ίντερνετ και γι’ αυτό το λόγο έχει πάρει smartphone χωρίς να ξέρει να το χρησιμοποιεί. Στο πρακτορείο θα φτιάξει πάντα πηγαδάκι, με αυτόν στο επίκεντρο, και θα δέχεται ερωτήσεις του τύπου “Κόουτς να παίξω την Σοσιεδάδ διπλό”. Θα ρωτήσει με ύφος Τζούντ Λο στο Young Pope (δείτε τη σειρά) “Με ποιον παίζει” για να ακούσει την απάντηση “Με τη Ράγιο στο Ράγιο”. Θα το σκεφτεί περίπου μισό λεπτό και θα δώσει τα φώτα του. “Καλό διπλό και επίσης παίξ’το δύο έως τρία για μεγαλύτερο κέρδος”. Ο φίλος εννοείται θα παίξει ακριβώς έτσι το στοίχημα και θα περιμένει μάταια να πληρωθεί. Ο μύθος λέει επίσης πως ο κόουτς την τελευταία φορά που είχε πιάσει στοίχημα είχαμε δραχμές.
Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα, πράγματα και καταστάσεις ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα.